Γιώτα Παπαδημακοπούλου
Παρουσίαση-Κριτική του μυθιστορήματος: «Θέλεις να κάνουμε Chat;» – Ταξίδι στην ψυχολογία των εφήβων
Δεν γνωρίζω αν έχουν γραφτεί και άλλα μυθιστορήματα με κεντρικό άξονα, την παραπλάνηση και την κακοποίηση ανηλίκων…στο διαδίκτυο όμως, το “Θέλεις Να Κάνουμε Chat;”, είναι το πρώτο βιβλίο σχετικής θεματολογίας που έπεσε ποτέ στα χέρια μου και, ειλικρινά, με έκανε να ανατριχιάσω και, μέσω της απλότητας και της αμεσότητας της γραφής του, να καθηλωθώ από την πρώτη, μέχρι και την τελευταία σελίδα.
Μπορεί το συγκεκριμένο πρόβλημα να είναι στις μέρες μας πιο επίκαιρο από ποτέ, να ακούμε δεκάδες ιστορίες στην τηλεόραση, σαν κι αυτή που το βιβλίο πραγματεύεται, όμως είναι πραγματικά ανατριχιαστικό να το βιώνεις βήμα-βήμα και όχι απλά, ως μια γενική εικόνα της όλης κατάστασης. Και το παράδοξο είναι πως σήμερα, που υπάρχει περισσότερη ενημέρωση από ποτέ άλλοτε, τόσα περισσότερα είναι και τα κρούσματα ανάλογων περιπτώσεων και τελικά όλο αυτό γεννά ένα μεγάλο ερώτημα. Φταίνε τα παιδιά που είναι αφελή ή οι γονείς και διάφοροι φορείς;
Η Άμπι είναι ένα 14χρονο κορίτσι που ξεκινώντας το Λύκειο, αντιμετωπίζει τα προβλήματα και τις ανασφάλειες που αυτή η αλλαγή φέρνει στη ζωή της, όπως τόσα και τόσα παιδιά. Βλέπει την καθημερινότητά της να αλλάζει, την καλύτερή της φίλη, Φέιθ, να απομακρύνεται και να ασχολείται και με άλλα πράγματα πέραν της φιλίας τους και, σε συνδυασμό με τις υψηλές απαιτήσεις που έχουν από εκείνην οι απόμακροι γονείς της, αναστατώνεται και αισθάνεται πιο μόνη από ποτέ. Διέξοδο από αυτά της τα προβλήματα βρίσκει μέσω του ChezTeen.com, ενός διαδικτυακού κόμβου για εφήβους στον οποίο, τελικά, δεν συχνάζουν μόνο παιδιά της ηλικίας της. Εκεί είναι που γνωρίζει τον Λουκ, έναν 27χρονο που δείχνει να την καταλαβαίνει περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο και που σταδιακά, καταφέρνει να κερδίσει την εμπιστοσύνη της και να την πείσει πως την αγαπάει και την νοιάζεται, πως είναι το αγόρι της, πως είναι σημαντική για εκείνον και τίποτα άλλο δεν έχει σημασία. Έτσι, ένα ερωτικό παιχνίδι ξεκινά ανάμεσά τους και η Άμπι δεν αργεί να του ανοιχτεί, ακόμα και να του στείλει γυμνές της φωτογραφίες, και η κατάσταση δεν αργεί να ξεφύγει με εκείνη να δέχεται να τον συναντήσει και να τον ακολουθήσει.
Διαβάζοντας την υπόθεση, πολλοί αναγνώστες θα μπείτε στην λογική του αστυνομικού μυθιστορήματος όμως η πραγματικότητα, είναι πολύ διαφορετική. Το βιβλίο, έχει καθαρά κοινωνικό περιεχόμενο και αυτό είναι ξεκάθαρο, από τις πρώτες κιόλας γραμμές. Η συγγραφέας, πολύ εύστοχα, επιλέγει την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, θέλοντας να μας κάνει να ταυτιστούμε με την Άμπι, να μπούμε στο μυαλό και την καρδιά της, να κατανοήσουμε την ψυχοσύνθεσή της και τελικά, να μην την αντιμετωπίσουμε ως επικριτές ενήλικοι, να μην την κατηγορήσουμε για την αφέλεια και την ευπιστία της αλλά, να την δούμε, όπως πραγματικά είναι. Ως ένα ανασφαλές κορίτσι που επιζητεί την προσοχή και την αγάπη των οικείων, την αναγνώριση του περίγυρού της, την κατανόηση και την στοργή που τόσο πολύ χρειάζεται, την ανάγκη να την αντιμετωπίσουν ως ένα ώριμο πλάσμα και όχι ως παιδί. Γιατί μπορεί η Άμπι να αφήνεται να παρασυρθεί από τον Λουκ και τις υποσχέσεις λατρείας του ωστόσο, δεν παύει να είναι το θύμα μιας μάστιγας που απειλεί τα παιδιά και τους έφηβους ολόκληρου του πλανήτη. Ναι, ευθύνεται για όσα θα αντιμετωπίσει όμως τελικά, μήπως το λάθος δεν είναι μόνο δικό της;
Η ιστορία χωρίζεται σε τρία μέρη. Στο πρώτο, παρακολουθούμε αποκλειστικά και μόνο την οπτική της Άμπι γύρω από την κατάσταση την οποία βιώνει και δεχόμαστε, μόνο τα δικά της συναισθήματα. Στο δεύτερο μέρος, η μορφή της αφήγησης δεν αλλάζει αλλά βλέπουμε την οπτική των ανθρώπων που αποτελούν το περιβάλλον της και πως ο καθένας από αυτούς, αντιμετωπίζει την φυγή της, ψάχνοντας να βρει τους λόγους που την οδήγησαν σε μια τέτοια, εξωφρενική απόφαση και κάνοντας μια βαθύτερη ενδοσκόπηση, να ανακαλύψουν, αν έχουν κι εκείνοι, κάποιο μερίδιο ευθύνης. Στο τρίτο και τελευταίο μέρος, η αφήγηση μοιράζεται ανάμεσα στην Άμπι και τους οικείους της, με τον καθέναν από αυτούς να αντιμετωπίζει τα προβλήματα, που ως κατάλοιπα άφησε η περιπέτειά της. Ο τρόπος με τον οποίο η συγγραφέας μας μεταφέρει τις αλλαγές μέσα σε μια οικογένεια, ακόμα και ανάμεσα σε φίλους, έπειτα από γεγονότα σαν αυτά που εκτυλίσσονται στο βιβλίο της, είναι συγκλονιστικός και μας κάνει να καταλάβουμε, πόσο βαθιά μπορεί να βρίσκεται η ρίζα ενός κακού και πόσο δύσκολο είναι να την ξεριζώσουμε αλλά, και να αντιμετωπίσουμε και να διαχειριστούμε, όλα όσα θα αφήσει πίσω της.
Αν υπάρχουν μυθιστορήματα που θα έπρεπε να διαβάσουν μικροί και μεγάλοι, σίγουρα το “Θέλεις Να Κάνουμε Chat;”, ανήκει ανάμεσά τους. Η λογοτεχνία, δεν έχει ως μοναδικό της στόχο να ψυχαγωγήσει, αλλά και να ενημερώσει και το συγκεκριμένο βιβλίο το αποδεικνύει περίτρανα. Το σίγουρο είναι πως το βιβλίο δεν θα σας αφήσει χώρο να αναπνεύσετε και θα διαβάζετε μανιωδώς, προκειμένου να φτάσετε στην τελευταία σελίδα, ώστε να ανακαλύψετε μόνοι σας ποια είναι η κατάληξη στην ιστορία της Άμπι. Ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα, με δυνατές στιγμές, που χωρίς να χρησιμοποιεί φτηνά κόλπα εντυπωσιασμού, μέσα από τον ωμό ρεαλισμό και την απλότητα, περνάει το μήνυμα που θέλει ξεκάθαρα, χωρίς να χρειάζονται διευκρινίσεις. Ένα ταξίδι στην ψυχολογία των εφήβων σε μια εποχή που οι νέοι, χάνονται στις σελίδες του διαδικτύου και οι γονείς, βυθισμένοι στην καθημερινότητα, ή και την αφέλειά τους, δεν μπαίνουν στον κόπο να διερευνήσουν προκειμένου να διασφαλίσουν, τα ίδια τα παιδιά τους. Το “αυτό δεν θα συμβεί σε ‘μένα”, δυστυχώς, δεν υπάρχει και γι’ αυτό, καλό θα ήταν ο καθένας από εμάς να λαμβάνει τα μέτρα του.
Γιώτα Παπαδημακοπούλου
«Θέλεις να κάνουμε chat;» Ταξίδι στην ψυχολογία των εφήβων
culturenow.gr, http://goo.gl/scH4LI