ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΧΛΙΒΑΝΗ
(Ανέκδοτο κείμενο)
Αγαπημένη μου Σοφία
Λατρευτή μου,
Εδώ και δυο μήνες, σχεδόν κάθε μέρα, φέρνω τον εγγονό μου στην παιδική χαρά για να σε βλέπω. Ναι, για σένα έρχομαι. Κάθομαι συνήθως στη βόρεια πλευρά, εκεί που κάποτε ήταν το ζαχαροπλαστείο Γαρδένια…(τώρα ονομάζεται blackbird, blackcat ή κάτι τέτοιο και είναι «αφτεράδικο», όπως λέει ο μεγάλος μου εγγονός).
Χθες, επιτέλους, οι ματιές μας διασταυρώθηκαν. Δε με γνώρισες, Σοφία. Ναι, ξέρω, έχω αλλάξει πολύ, έχουν περάσει τόσα χρόνια, όμως, αν υπήρχε μια λεύκα, έστω μόνο μια, το αεράκι θα σου έφερνε τα λευκά χνουδάκια της, όπως τότε, και ίσως να θυμόσουν. Να θυμόσουν ότι σε έλεγα “χνούδι”, τόσο απαλή ήσουν. Βέβαια –σκέφτομαι– αν υπήρχε περισσότερο φως, ίσως το πρόσωπό μου κάτι να σου θύμιζε. Ξέρεις, σε κοίταζα με τον ίδιο τρόπο, με τα ίδια μάτια. Όμως, με τόσες πολυκατοικίες, σκοτεινιάζει νωρίς εδώ.
Πριν ένα μήνα είδα την κόρη σου, που είχε φέρει το παιδί. Πόσο μοιάζετε…για μια στιγμή νόμισα πως γύρισα 56 χρόνια πίσω, άκουσα τη βουή και τα συνθήματα της διαδήλωσης όπου γνωριστήκαμε, άκουσα τη θάλασσα του πρώτου καλοκαιριού μας, μύρισα τους βασιλικούς της γειτονιάς σου και σε είδα να έρχεσαι σαν έκρηξη βουκαμβίλιας, στα κόκκινα, όπως εκείνη την πρώτη φορά. Προχώρησα υπνωτισμένος προς το μέρος της. Ευτυχώς συνήλθα γρήγορα. Αλλιώς θα γινόμουν “ρόμπα” (έκφραση των νέων για τον εξευτελισμό –δεν είναι αστείο;).
Έχω τα γράμματά σου, μυρίζουν ακόμα – το πιστεύεις; – το αρωμά σου, το L’ Interdit του Givenchy, που σου χάρισα όταν μπήκαμε στο πανεπιστήμιο. Μύριζε περγαμόντο και αγριοφράουλα. Όλα τα χρόνια της ευτυχίας μου μύριζαν περγαμόντο και αγριοφράουλα. Όταν τις προάλλες το είπα στον εγγονό μου (ο μεγάλος είναι δεκάξι χρονών και έχει τ’όνομά μου), δεν ήξερε τι ήταν το περγαμόντο. Όταν του εξήγησα, είπε κατά λέξη, κλείνοντάς μου το μάτι “Τι έγινε Ηλία; (με λέει με τ’όνομά μου) Με γλυκά του κουταλιού τη βρίσκατε τότε;”. Τι να του πεις και τι να καταλάβει…
Ο χρόνος είναι πανίσχυρος, ξεφλούδισε τα πάντα, τον χώρο μας, τις νύχτες μας, τις μουσικές μας, τα φιλιά μας. Όμως, έχω ακόμα τη μυρωδιά σου όταν ξημερώνει. Και αυτό είναι το δικό μου, ιδιωτικό ξημέρωμα.
Σε ζάλισα. Και ίσως χωρίς λόγο. Το email σου ήταν εύκολο να το βρω, έχω όλα τα βιβλία σου. Το email σου…λατρευτή μου Σοφία. Πώς να σου μεταδώσω ό,τι νοιώθω πατώντας αυτά τα πλήκτρα… Ο Ηλίας μου εξήγησε αναλυτικά πώς να σου αποστείλω αυτό το κείμενο. Μπορεί και να μην τα καταφέρω. Ίσως και να μην το αποτολμήσω τελικά. Άλλωστε, μπορεί και να μη με θυμάσαι. Τόσα άλλαξαν. Μπορεί και εσύ. Μπορεί κι εγώ, που σου γράφω ιστορώντας μας.
Σ’αγαπώ. Πάντα.
Ηλίας