Χρήστος Αγγελάκος
Μέρες Σεπτεμβρίου 2015 – Ημερολόγιο Μυτιλήνης τελευταίο: Στο νεκροταφείο όπου θάβουν τους πρόσφυγες
1 Οκτωβρίου 2015
[Και το τελευταίο κείμενο. Το πιο σύντομο απ’ όλα. Ένα προσκύνημα στους “τάφους” των προσφύγων. Κάτι σαν τάμα.]
Μωχάμετ, Σαάντ, Αμίν, Αχμέτ, πρόσφυγα, μετανάστη, άγνωστε, αριθμέ […] Δεν είσαι τίποτα για μας, κι εμείς δεν είμαστε τίποτα για σένα.
Δεν ξέρω τίποτα, δεν θα μάθω ποτέ.
Αν η μάνα σου έβαζε τα χείλη της στο μέτωπό σου, μην έχεις πυρετό.
Αν ο πατέρας σου σε μάθαινε να φυτεύεις ή σ’ έδερνε με τη λωρίδα.
Αν έπαιζες πόλεμο με τα παιδιά της γειτονιάς.
Αν πρόλαβες να κάνεις έρωτα, αν ο ιδρώτας της έτρεξε στο πρόσωπό σου. Πόσο κοντά πέρασε μια σφαίρα από τον ώμο σου.
Αν είχες γδαρμένα γόνατα, αίματα στις παλάμες.
Αν σιχτίρισες τον Θεό σου.
Αν μίσησες, αν έκλεψες, αν σ’ έκανε να κλάψεις η ομορφιά.
Τι έκανες το φόβο σου. Πώς τον τάιζες. Πώς τον κοίμιζες. Πώς τον ξυπνούσες.
Σε βγάλανε νεκρό από τη θάλασσα. Σε πήγανε στο νεκροτομείο. Κανείς δεν παρουσιάστηκε να σε αναγνωρίσει. Η μάνα σου δεν θα μάθει ότι πέθανες. Ούτε τ’ αδέρφια σου. Ούτε το παιδί σου.
Ο θάνατός σου σημαίνει πως δεν θα φτάσεις ποτέ εκεί που θέλησες. Και δεν θα γυρίσεις εκεί απ’ όπου ξεκίνησες. Σημαίνει ένα ατέλειωτο εδώ. Ένα σεντόνι θαμμένο στο χώμα.
Σ’ αφήνω τώρα. Έχω κι εγώ μια καρδιά από χώμα. Ξερό. Και τρίβεται.
Το κείμενο αντλήθηκε από facebook. Σχεδόν αυτούσιο δημοσιεύθηκε και στη διεύθυνση: www.lifo.gr