Προτείνεται να μελετηθεί το παρόν κείμενο σε συνδυασμό με το παρακάτω κείμενο: “Με λένε Μιχάλη…Γκ.Καπλάνι“.
Γκασμέντ Καπλάνι
Έφη Γεωργίου: «Με τη ∆ανία γίναµε φίλοι αλλά δεν ερωτευτήκαµε»
Η Ευθυµία Γεωργίου πιστεύει ότι οι άνθρωποι παντού έχουν τις ίδιες ελπίδες για το µέλλον
Το όνοµά µου είναι Έφη Γεωργίου. Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1980 αλλά οι γονείς µου µετακόµισαν στο Βόλο και έπειτα στον Άγιο Βλάσιο Πηλίου, όπου µεγάλωσα. Οι γονείς µου δεν έχουν καµία σχέση µε το Πήλιο. Η µητέρα µου κατάγεται από χωριό της Καρδίτσας και ο πατέρας µου από χωριό της Θεσπρωτίας. Ο λόγος που εγκαταστάθηκαν στο Πήλιο ήταν η δουλειά τους. Ο πατέρας µου είναι δηµόσιος υπάλληλος και η µητέρα µου νοσοκόµα.
Οι γονείς µου γνωρίστηκαν αργά στη ζωή και έτσι έχουµε µεγάλη διαφορά ηλικίας. […]
Σχολείο πήγα στο τοπικό διθέσιο δηµοτικό του χωριού. Ήµασταν λίγο παραπάνω από 30 παιδιά µε δύο δασκάλους. Με λύπη έµαθα προσφάτως ότι το σχολείο αυτό θα κλείσει. Ύστερα από ένα σύντοµο πέρασµα σε γυµνάσιο διπλανού χωριού, κατέληξα σε λύκειο του Βόλου. Το επίπεδο των µαθητών ήταν πολύ υψηλότερο από εκείνο του χωριού. Για να αντεπεξέλθω στράφηκα στο φροντιστήριο. Στη ∆ανία, όπου ζω σήµερα, δεν υπάρχει καν ως θεσµός το φροντιστήριο. Πέρασα τις Πανελλαδικές – τις οποίες θα τις χαρακτήριζα ως «σπάσιµο νεύρων» – και βρέθηκα να σπουδάζω στη Θεσσαλονίκη, ∆ηµοσιογραφία και ΜΜΕ, περισσότερο από τύχη και λιγότερο από πραγµατική επιλογή. Παρ’ όλο που µου αρέσει να γράφω, η σχολή δεν µε ενέπνευσε ιδιαίτερα. Κατά τα άλλα, στη Θεσσαλονίκη πέρασα ωραία φοιτητικά χρόνια, έκανα γνωριµίες που, κάποιες, κρατούν ως σήµερα.
***
Στα φοιτητικά µου χρόνια ξεκίνησα να δουλεύω εθελοντικά, ή στη «µαύρη», σε µουσεία, καφενεία, ινστιτούτα αισθητικής και εταιρείες παραγωγής ταινιών. Τελείωσα τις σπουδές µου το 2004 και προσπάθησα να βρω δουλειά στο αντικείµενο των σπουδών µου, στη δηµοσιογραφία, αλλά γρήγορα διεπίστωσα ότι οι σχέσεις εργασίας στο χώρο έµοιαζαν µε ζούγκλα. Ακούω συχνά να λένε ότι αυτή τη στιγµή οι νέοι στην Ελλάδα βρίσκονται σε αδιέξοδο. Εγώ και άλλοι φίλοι µου το ζούσαµε το αδιέξοδο από τις αρχές του 2000. Ακόµη και για να βρεις δουλειά στη «µαύρη» σε καφετέρια χρειαζόσουν γνωστό. Τότε είναι που ένιωσα την πρώτη µου µεγάλη απογοήτευση. Οι αιτήσεις µου για µεταπτυχιακά εντός Ελλάδος, τα οποία θεωρούσα ευκαιρία να ασχοληθώ µε κάτι που πραγµατικά µε ενδιέφερε, δεν ευοδώθηκαν. Οπότε δεν µου έµεινε άλλη διέξοδος παρά να στραφώ στο εξωτερικό. ∆εν θέλω να γενικεύω. Μιλώ αυστηρά για τις δικές µου εµπειρίες. Ίσως αν είχα επιµείνει περισσότερο να είχα καταφέρει να βρω κάτι αξιόλογο και στην Ελλάδα…
***
Έψαξα αρκετά για να βρω υποτροφία. Κυρίως στις βόρειες χώρες, επειδή στη φαντασίωσή µου ήταν πιο οργανωµένες. Ύστερα από µήνες κατάφερα να βρω µια υποτροφία στο Πανεπιστήµιο «Ροσκίλντε» της Κοπεγχάγης. Το φθινόπωρο του 2006 βρέθηκα στην πόλη όπου ζω ως σήµερα, για να κάνω µεταπτυχιακό στις Μειονοτικές Σπουδές και στην Επικοινωνία. Το ξεκίνηµα ήταν κουραστικό. Το Πανεπιστήµιο βρισκόταν µακριά από την Κοπεγχάγη και έπρεπε κάθε ηµέρα να παίρνω το τρένο για να πηγαινοέρχοµαι. Στην αρχή δεν µπορούσα να βρω παρέα. Οι παρέες των ∆ανών είναι κάπως κλειστές. Οι ∆ανοί συνήθως βρίσκουν τους φίλους τους από το ∆ηµοτικό και σπανίως κάνουν καινούργιους φίλους, καθώς περνάει ο χρόνος. […]
***
Κατά τα άλλα το περιβάλλον στο Πανεπιστήµιο ήταν άριστο. Παράλληλα µε τις σπουδές άρχισα να εργάζοµαι. Η ∆ανία µού προσέφερε ευκαιρίες εργασίας στον τοµέα της αναπτυξιακής βοήθειας: εργάστηκα σε ιδρύµατα και εταιρείες που διαχειρίζονται αναπτυξιακά προγράµµατα και σε ΜΚΟ. […]
Μου άρεσαν η ουσιαστική ισότητα ανδρών και γυναικών και το κοινωνικό κράτος – που παρ’ όλη τη σοβαρή κρίση που περνάει, προσφέρει τις περισσότερες παροχές στους ντόπιους αλλά και στους «ξένους». Στη ∆ανία έκανα φίλους από µέρη του κόσµου που δεν φανταζόµουν ποτέ. Σήµερα ζω µε τον έλληνα φίλο µου στην Κοπεγχάγη και οι επιρροές στην καθηµερινότητά µας είναι εµφανείς. Ξεκινώντας από την κουζίνα, όπου εκτός των ελληνικών µαγειρεύουµε ινδικά, δανέζικα, αραβικά φαγητά και γλυκά που δοκιµάσαµε σε σπίτια φίλων. Γιορτάζουµε το σουηδικό και φινλανδικό µεσοκαλόκαιρο και τραγουδάµε κάτω από το ντους δανέζικη ποπ. Ταυτόχρονα ξεχνάµε τις ελληνικές ονοµαστικές γιορτές. Μερικές φορές πιάνω τον εαυτό µου να κάνει λάθη στα ελληνικά και αυτό δεν µου αρέσει…
***
[…] ΕΙΠΕ
«Eλπίζω σε µια αλλαγή»
Τελευταία, όταν µε ρωτούν πώς βρίσκω τη ∆ανία, απαντώ ότι µε τη ∆ανία γίναµε φίλοι, αλλά δεν ερωτευθήκαµε ποτέ. Εκτιµώ τα θετικά της χώρας, αλλά αναµένω µε ανυποµονησία το επόµενο ταξίδι. Βλέπω µε ανησυχία την άνοδο της ξενοφοβίας στη ∆ανία. Οι µουσουλµάνοι είναι ο απόλυτος αποδιοποµπαίος τράγος, αλλά τον τελευταίο καιρό στο στόχαστρο έχουν µπει και οι Νοτιοευρωπαίοι, ιδιαίτερα οι Ελληνες. Η κρίση του ευρώ έχει δυναµώσει την Ακροδεξιά και το αντιευρωπαϊκό ρεύµα. Η αναστολή της Συνθήκης Σένγκεν, η επιστροφή των ελέγχων στα σύνορα, ήταν περισσότερο µια συµβολική κίνηση, αλλά δεν είναι τυχαίο ότι ήταν πρόταση του ακροδεξιού κόµµατος που µετέχει στον κυβερνητικό συνασπισµό. […]
Ελπίζω σε µια αλλαγή, αλλά δεν ξέρω αν µπορεί να την προσφέρει το ∆ΝΤ. Από την άλλη, µου αρέσει που η Ελλάδα γίνεται πολύχρωµη. Προσφάτως επισκέφθηκα την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και το διεπίστωσα έντονα. Πιστεύω ότι θα γίνει ακόµη πιο πολύχρωµη και ότι κανένας νόµος δεν µπορεί να σταµατήσει την ανάµειξη των ανθρώπων…
***
Στη στήλη «Grεεκs» οι Ελληνες που ζουν προσωρινά ή μόνιμα σε διάφορες χώρες του κόσμου αφηγούνται τις αληθινές ιστορίες τους και μιλούν για την Ελλάδα του χθες και του σήμερα.
Γκασμέντ Καπλάνι, Το Βήμα, 25/09/2011