ΑΚΑΤΟΙΚΗΤΗ ΓΗ: ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ
ΤΟΥ DAVID WALLACE-WELLS
Τα πράγματα είναι άσχημα, πολύ άσχημα. Ο αργός ρυθμός της κλιματικής αλλαγής είναι ένα παραμύθι σχεδόν τόσο ολέθριο όσο και το παραμύθι πως δεν συμβαίνει καν, και μας πλασάρεται μαζί με μια σειρά άλλες αυταπάτες που σκοπό έχουν να μας κάνουν να νιώσουμε καλύτερα: ότι η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη λαμβάνει χώρα μακριά μας και αφορά μόνο τον Αρκτικό Κύκλο. Ότι αφορά απλώς το επίπεδο της θάλασσας και τις ακτές, και δεν είναι μια απειλή κατά κάθε τοποθεσίας και κάθε μορφής ζωής. Ότι είναι μια απειλή κατά του «φυσικού» κόσμου, όχι του ανθρώπινου. Ότι οι δύο αυτοί κόσμοι είναι δήθεν ξεχωριστοί, και πως σήμερα ζούμε κατά κάποιον τρόπο εκτός ή «υπεράνω» ή προστατευμένοι από τη φύση, και όχι εντός της και κυριολεκτικά κατακλυσμένοι από αυτήν. Ότι ο πλούτος μπορεί να χρησιμεύσει σαν ασπίδα μπροστά στον όλεθρο της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Ότι η χρήση ορυκτών καυσίμων είναι το αντίτιμο που πρέπει να καταβάλουμε για να συνεχιστεί η ανάπτυξη της οικονομίας. Ότι η ανάπτυξη της οικονομίας, και η τεχνολογία που αυτή παράγει, θα καταλήξει αναπόφευκτα στο να εφεύρουμε έναν τρόπο για να σταματήσουμε την πε ριβαλλοντική καταστροφή. Ότι έχει υπάρξει στο παρελθόν κάτι ανάλογο της απειλής που αντιμετωπίζει σήμερα το ανθρώπινο είδος, που μας επιτρέπει να ατενίσουμε το μέλλον μας με αισιοδοξία.
Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν είναι αλήθεια. Αλλά ας ξεκινήσουμε με τον ρυθμό της κλιματικής αλλαγής. Ο πλανήτης έχει αντιμετωπίσει πέντε μαζικούς αφανισμούς ζωής1 πριν από αυτόν που ζούμε τώρα, και ο καθένας από αυτούς εξαφάνισε ακόμα και τα απολιθώματα όπου πάνω τους ήταν αποτυπωμένη η μέχρι τότε εξέλιξη, με το φυλογενετικό δέντρο του πλανήτη να επεκτείνεται, και μετά να καταρρέει, κατά διαστήματα, σαν πνεύμονας: το 86% των ειδών ζωής2 εξαφανίστηκαν πριν από 450 εκατομμύρια χρόνια· 70 εκατομμύρια χρόνια μετά, το 75%· 125 εκατομμύρια χρόνια μετά, το 96%· 50 εκατομμύρια χρόνια μετά. Αυτό είναι το δρομολόγιό μας, ο προορισμός μας. Κάτι που σημαίνει πως, αν ο πλανήτης οδηγήθηκε στο χείλος της κλιματικής καταστροφής στη διάρκεια μίας και μόνο γενιάς, το έργο της αποφυγής της καταστροφής αυτής ανήκει, και πάλι, σε μία και μόνο γενιά. Ναι, τη δική μας.
Δεν είμαι περιβαλλοντιστής και δεν θεωρώ τον εαυτό μου φυσιολάτρη. Έζησα το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου σε μια πόλη, απολαμβάνοντας αβασάνιστα τη χρήση εφευρέσεων επινοημένων από αλυσίδες βιομηχανικής παραγωγής. Δεν έχω πάει ποτέ για κάμπινγκ με τη θέλησή μου, και, παρόλο που πάντα θεωρούσα καλή ιδέα το να διατηρούμε τα ποτάμια μας και τον αέρα μας όσο το δυνατόν καθαρότερα, αποδεχόμουν παράλληλα και την αντίληψη πως υπάρχει μια ισορροπία ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη και το κόστος που επιφέρει αυτή στη φύση – και αποφάσισα πως, εντάξει, τις περισσότερες φορές θα επιλέγω την ανάπτυξη. Δεν θα σκότωνα με τα χέρια μου μια αγελάδα για να φάω ένα μπέργκερ, αλλά δεν θα γινόμουν και αυστηρά χορτοφάγος. Θεωρώ πως, όταν βρίσκεσαι στην κορυφή της διατροφικής αλυσίδας, δεν υπάρχει λόγος να μην το καμαρώνεις, γιατί δεν βρίσκω κάτι λάθος με τη χάραξη ενός ηθικού ορίου μεταξύ ημών και των υπόλοιπων ζώων του πλανήτη, και μάλιστα το θεωρώ προσβλητικό προς τις γυναίκες και τους ανθρώπους που δεν ανήκουν στη λευκή φυλή να συζητάμε περί επέκτασης μιας νομικής προστασίας που προσιδιάζει σε ανθρώπινα δικαιώ ματα προς χιμπαντζήδες, πιθήκους και χταπόδια, μόλις μία γενιά αφού σπάσαμε το μονοπώλιο των λευκών ανδρών ως προς το ποιος μπορεί να θεωρείται άνθρωπος με πλήρη νομικά δικαιώματα. Σε πολλά από αυτά δεν διαφέρω από τον μέσο Αμερικανό που περνάει τη ζωή του με μια μοιραία αυταρέσκεια, εθελοτυφλώντας προς ό,τι αφορά την κλιματική αλλαγή, η οποία δεν είναι απλώς η μεγαλύτερη απειλή που έχει αντιμετωπίσει το ανθρώπινο είδος πάνω στον πλανήτη, αλλά μια απει λή που ανήκει σε μια τελείως διαφορετική συνομοταξία και κλίμακα. Μια κλίμακα που ξεπερνά την ίδια την ανθρώπινη ζωή.
Πριν από μερικά χρόνια άρχισα να συλλέγω ιστορίες για την κλιματική αλλαγή. Διηγήσεις καθηλωτικές, τρομακτικές, σχεδόν απίστευτες, που ακόμα και οι διάφορες μικρότερης κλίμακας περιπετειούλες έμοιαζαν θρυλικές: Η ιστορία ενός γκρουπ επιστημόνων στον Αρκτικό Κύκλο17 που παγιδεύτηκαν στο ερευνητικό κέντρο τους, σε ένα νησί που κατοικούνταν επίσης από πολικές αρκούδες, από το λιώσιμο πάγων. Η ιστορία ενός παιδιού στη Ρωσία το οποίο δηλητηριάστηκε από άνθρακα που απελευθερώθηκε από το κουφάρι ενός νεκρού ταράνδου, όταν ξεπάγωσε ύστερα από δεκαετίες παραμονής στα έγκατα ενός παγετώνα. Στην αρχή μού φαινόταν λες και οι ειδήσεις σκαρφίζονταν ένα εντελώς νέο είδος αλληγοριών. Δυστυχώς, η κλιματική αλλαγή μόνο αλληγορία δεν είναι.
Από το 2011 και μετά, περίπου ένα εκατομμύριο Σύροι πρόσφυγες19 εκτοπίστηκαν στην Ευρώπη λόγω ενός εμφύλιου πολέμου που επιδεινώθηκε από την κλιματική αλλαγή και την ξηρασία – και πράγματι, η «περίοδος λαϊκισμού», που είναι σήμερα ιδαίτερα έντονος σε ολόκληρη τη Δύση, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον πανικό και το σοκ που προκάλεσε το προσφυγικό κύμα. Η πιθανότητα μιας καταστροφικής πλημμύρας στο Μπαγκλαντές αναμένεται να βγάλει στον δρόμο έως και δέκα φορές περισσότερους πρόσφυγες σε έναν κόσμο που θα έχει αποσταθεροποιηθεί ακόμα περισσότερο από το κλιματικό χάος – και όσο πιο καφετί θα είναι το δέρμα των προσφύγων, τόσο μικρότερη θα είναι η ανοχή του απέναντί τους. Επιπλέον, θα υπάρχουν πρόσφυγες από την υποσαχάρια Αφρική, τη Λατινική Αμερική και την υπόλοιπη νότια Ασία, οι οποίοι, σύμφωνα με υπολογισμούς της Παγκόσμιας Τράπεζας, θα ξεπεράσουν τα 140 εκατομμύρια μέχρι το 2050,21 ήτοι μια ανθρωπιστική κρίση εκατό φορές χειρότερη από αυτήν της Συρίας.22
Οι προβλέψεις του ΟΗΕ είναι ακόμα πιο δυσοίωνες:23 200 εκατομμύρια κλιματικοί πρόσφυγες μέχρι το 2050. Τόσος ήταν ο παγκόσμιος πληθυσμός24 κατά το απόγειο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας – αν μπορείτε να φανταστείτε μέχρι και τον τελευταίο άνθρωπο που ζούσε εκείνη την εποχή να πρέπει να εγκαταλείψει το σπίτι του και να αρχίσει να περιπλανείται σε εχθρικές περιοχές αναζητώντας μια καινούργια πατρίδα.
Το χειρότερο πιθανό σενάριο για τα επόμενα τριάντα χρόνια,σύμφωνα με τον ΟΗΕ, είναι ακόμα πιο εφιαλτικό: «Ένα δισεκατομμύριο, ή παραπάνω, ευπαθείς25 φτωχοί, που η μόνη τους επιλογή θα είναι ανάμεσα στον αγώνα και τη φυγή». Ένα δισεκατομμύριο ή παραπάνω.