Βασίλης Ραφαηλίδης
Το σενάριο
Ο όρος σενάριο είναι δανεισμένος από το θέατρο, συγκεκριμένα από την Κομέντια Ντελ Άρτε και σημαίνει “μικρή σκηνή”. Στην Κομέντια ντελ Άρτε, οι ηθοποιοί αυτοσχεδίαζαν πάνω σε ένα δοσμένο θέμα. Όπως σ’ αυτήν έτσι και στο σινεμά, το σενάριο αποτελεί ένα πρόσχημα για δημιουργία, είναι ο καμβάς πάνω στον οποίο θα κεντήσει ο σκηνοθέτης.
Το βασικό προσόν του σεναρίστα μπορεί να είναι ένα και μόνο: η “εικαστική” φαντασία. Δηλαδή, πρέπει να αντιλαμβάνεται τα πράγματα και να περιγράφει καταστάσεις εικαστικά. Αν θέλετε, είναι ένα είδος ζωγράφου, ο οποίος δεν μπορεί να ζωγραφίσει. Αυτό σημαίνει πως ο έντεχνος λόγος, γενικά, δεν έχει σχέση με το σενάριο. Το σενάριο δεν είναι λογοτεχνικό είδος και ο σεναριογράφος δεν είναι λογοτέχνης. […]
Ένα ακαδημαϊκό σενάριο υπακούει στους ίδιους δραματουργικούς νόμους, στους οποίους υπακούει και ένα θεατρικό έργο. Για τη δόμηση του σεναρίου δε χρειάζεται καμιά ειδική γνώση πέρ’ απ’ αυτή που μας δίνει η θεατρική δραματουργία. Το σενάριο, όπως και το θεστρικό έργο, πρέπει να έχει μια κεντρική ιδέα, να είναι χρονικά και τοπικά προσδιορισμένο, να υποβάλλει μια σύγκρουση ιδεών, μέσα από τους συγκρουόμενους χαρακτήρες, να στηρίζεται σε μια “σασπένς” (εκκρεμότητα), που δημιουργεί ένα ενδιαφέρον για “το τι θα γίνει παρακάτω”. Πρέπει να υπάρχει επίσης μια κορυφαία σκηνή, η οποία να καταλήγει σε μια δραματική ακμή. Σε ένα σενάριο μπορεί να υπάρχουν μία ή περισσότερες ιστορίες. Στο τέλος πρέπει να δίνεται μια λύση στο πρόβλημα που τέθηκε από την αρχή.
Όταν καταπιαστούμε με το γράψιμο ενός σεναρίου, η αρχική μας δουλειά είναι να κάνουμε μια σύνοψη της ιστορίας μας […] Η σύνοψη μπορεί να έχει και λογοτεχνικά στοιχεία. […] Αυτό που μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα στη σύνοψη είναι να κάνουμε φανερή την κεντρική ιδέα του έργου. […] Η κεντρική ιδέα είναι η άποψη που έχει ο σεναρίστας πάνω στο θέμα.
Το καθεαυτό σενάριο αρχίζει στο δεύτερο στάδιο του γραψίματος, που το ονομάζουμε “τρίτμαν”. Ο όρος είναι αγγλικός και σημαίνει “επεξεργασία”. Σ’ αυτό πρέπει να διαγράφονται λπτομερειακά οι πράξεις και μέσα απ’ αυτές να αποσαφηνίζονται οι χαρακτήρες και η ψυχολογία τους. […] Στο “τρίτμαν” πρέπει να εξαλείψουμε κάθε λογοτεχνική περιγραφή ή αναφορά που τυχόν υπήρχε στη σύνοψη. Στον κινηματογράφο δεν μπορώ να περιγράψω μια κατάσταση με λεκτικά σύμβολα. Οι αφηρημένες έννοιες αποκλείονται παντελώς. […]
Aν ήμουν λογοτέχνης θα μπορούσα π.χ. να πώ: Συνάντησα τη φίλη μου στο δρόμο. Περπατούσα ξέγνοιαστα και ξαφνικά την είδα μπροστά μου. Κοκκίνησα, ταράχτηκα, συγκινήθηκα. Αν γράψουμε ένα σενάριο με αυτό τον τρόπο, θα αποτύχουμε παταγωδώς. Πρέπει να βρούμε έναν άλλο τρόπο για να περιγράψουμε την “ταραχή”, τη “συγκίνηση”. Μπορώ π.χ. να γράψω: Τρίκλισα, κοντοστάθηκα, σκόνταψα, έπεσα παω σ’ ένα διαβάτη. […] Σε τελική ανάλυση, λέω τα ίδια πράγματα και στις δύο περιπτώσεις. Η διαφορά βρίσκεται στο ότι στο σενάριο περιγράφω με πράξεις την ψυχολογική κατάσταση του ήρωα. […]
Βασίλης Ραφαηλίδης,
12 Μαθήματα για τον κινηματογράφο