Βασίλης Ραφαηλίδης
Ο ηθοποιός
[Η γυναίκα] εμφανίζεται στην οθόνη μόνο μέσα από ένα “κανάλι”, από τον έρωτα. Ο κινηματογράφος επιβάλλει πάντα τους γυναικείους τύπους μέσα από το σεξ.
Ο πρώτος χαρακτηρισμός της γυναίκας ηθοποιού στον κινηματογράφο είναι αυτός της “ντίβα”, που πρωτοεμφανίζεται στην Ιταλία και σημαίνει θεά. Πρόκειται για τον τύπο του όντος εκείνου που έχει πάνω του όλα τα προτερήματα και τα ελαττώματα του κόσμου. Η ντίβα πρωτοεμφανίστηκε στο σινεμά το 1910 και τρεις ηθοποιοί την εκπροσωπούν επάξια: Η Λίντα Μπορέλι, η Φραντζέσκα Μπερτίνι και η Πίνα Μνικέλι. […]
Στη σειρά των μυθικών γυναικών πρέπει να κατατάξουμε και την Γκρέτα Γκάρμπο, αλλά πρέπει να τη θεωρήσουμε σαν εντελώς ιδιόρρυθμη περίπτωση. Η Γκάρμπο είναι το σύμβολο της άυλης, ανέγγιχτης, της απροσπέλαστης ομορφιάς. […]
Ένα σύμβολο μυθικής γυναίκας που κι αυτό δεν μπορούμε να το κατατάξουμε σε καμιά κατηγορία είναι η Μάρλεν Ντίτριχ. Εκπροσωπεί τη γυναικεία γοητεία αυτή καθαυτή -τη λάμψη και την εξουσία που μπορεί να ασκήσει η γυναίκα μέσα απ΄τη γυναικεία της υπόσταση.[…]
Ο τύπος του πιν απ γκερλ κυριαρχεί λίγο πριν και λίγο μετά τον Πόλεμο. Από το 1920 μέχρι το 1940 έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία εμπορευματοποίησης του ηθοποιού. Αυτό σημαίνει πως οι βιομήχανοι του σινεμά αντιλαμβάνονται την εμπορευματική αξία του ηθοποιού και τον κάνουν ένα είδος προκατασκευασμένου εμπορεύματος, το οποίο “αμπαλάρεται” σύμφωνα με μια συνταγή και ρίχνεται στην αγορά με τη βοήθεια της διαφήμισης.
Η γυναικεία ομορφιά κατά τα πρότυπα του σταρ σίστεμ κόβεται στα μέτρα του κοινού και τυποποιείται με βάση αυστηρούς στατιστικούς κανόνες. Αν τυχόν ένα από αυτά τα σύμβολα που διαλέγει ο παραγωγός ξεφύγει από τον στατιστικό κανόνα του μέσου όρου, επεμβαίνει ο αισθητικός για να επαναφέρει τη διαφορά χιλιοστού, π.χ. στην περίμετρο του στήθους, στα στάνταρ μέτρα.
Χαρακτηριστικά, ο Αντρέ Μπαζέν λέει πως το γυναικείο ιδανικό μέσα από το σταρ- σίστεμ και το πιν-απ-γκερλ, κατεβαίνει από το πρόσωπο στο σώμα και από τα μάτια στο στήθος, για να δημιουργηθεί έτσι ένα ανέκφραστο αντικείμενο. Στα πιν απ γκερλ κάθε ίχνος ανθρώπινης προσωπικότητας έχει εξαλειφθεί τελείως. […] Η προσωπικότητα υποκαθίσταται από το σεξ, που αρχίζει να παίζει βασικότατο ρόλο. Πρόκειται για το τελευταίο σκαλοπάτι στην πτώση της γυναίκας απ΄το μυθικό της βάθρο.
Το σταρ σίστεμ δημιούργησε τον τύπο του πιν απ γκερλ για λόγους καθαρά πραχτικούς. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, έπρεπε να στανταροποιηθεί το “προϊόν”, για να εξάγεται σε “πολλαπλές κόπιες” και να μοιράζεται στους Αμερικανούς στρατιώτες για “ηθική τόνωση”. Μια χαρακτηριστική περίπτωση: Μια μεγάλη μάχη με τους Γιαπωνέζους κερδήθηκε με τη φωτογραφία της Ρίτας Χέιγουορθ μπροστά, στη θέση της σημαίας. Μετά τον πόλεμο η Χέιγουορθ έγινε εθνικό σύμβολο και μερικοί αποφάνθηκαν πως έπαιξε βασικό ρόλο στη νίκη.
Εξυπακούεται πως μερικά χρόνια μετά τον πόλεμο, η αναγκαιότητα ύπαρξης του πιν- απ-γκερλ εξαλείφθηκε, αφού εκπλήρωσε τον σκοπό του βοηθώντας τους Αμερικανούς στρατιώτες στο “να εκτελέσουν το καθήκον τους”.
Τη θέση του πήρε ένα καινούριο εμπόρευμα πολύ πιο ενδιαφέρον: ένας ηθοποιός που ενσαρκώνει όχι τύπους και σύμβολα επιβεβλημένα άνωθεν αλλά βγαλμένα απ΄τη ζωή. Πρόκειται για τύπους που λανσάρουν ο Μάρλον Μπράντο και ο Τζέημς Ντιν, δηλαδή για σύμβολα ερωτισμού και βίας. Ο παραγωγός δε διαλέγει αυτούς τους τύπους αυθαίρετα, αλλά με βάση το μάρκετινγκ και το σύμβολο που προτείνεται εκπροσωπεί “δημοκρατικά” το κοινό.
Έτσι ο Μάρλον Μπράντο και ο Τζέημς Ντιν εκφράζουν τη διαψευσμένη ελπίδα που δημιουργήθηκε μετά τον πόλεμο απ΄την ματαιότητα της νίκης, που δημιούργησε έναν “χωρίς αιτία” επαναστατημένο άνθρωπο.
Με τον Τζέημς Ντιν ο τύπος του πικραμένου ανθρώπου που κέρδισε έναν πόλεμο και έχασε τη ζωή του επιβάλλεται απόλυτα και γίνεται το σύμβολο της νεολαίας, που τον νιώθει πολύ κοντά της.
Ο Μάρλον Μπράντο και ο Τζέημς Ντιν υλοποιούν μια ηθική και κοινωνική απορρύθμιση, χαρακτηριστική της εποχής μας.
Το αντίστοιχο στη γυναίκα ηθοποιό θα το βρούμε στη Μέρλιν Μονρόε. Κι αυτή εκφράζει ένα παρόμοιο ιδανικό, την απαίτηση της νεολαίας για κατεδάφιση του κατεστημένου και της αποδεκτής ηθικής. Παροτρύνει σε εξέγερση και δείχνει την πίκρα της προδομένης, της γελασμένης, της εξευτελισμένης γυναίκας. […] Όλα αυτά τα ονόματα που ανέφερα μέχρι τώρα δεν έχουν σχέση με την υποκριτική. Είναι τύποι και σύμβολα που είτε επιβάλλονται μόνα τους είτε προτείνονται από το σταρ σίστεμ, είτε προσδιορίζονται από τις απαιτήσεις των καιρών.
Βασίλης Ραφαηλίδης,
12 Μαθήματα για τον κινηματογράφο